«Τα παιδιά θύματα να μην τα μετράμε με νούμερα, φτάνει και μόνο ένα παιδί να χαθεί έτσι, τότε ο κόσμος μας ο δήθεν πολιτισμένος, ο δήθεν χριστιανικός, έχει χρεωκοπήσει»
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ
Γράφουμε για μια φανταστική χώρα , όπως την ονειρεύτηκε ο Σαμαράκης!
Με έμπνευση από τον Αντώνη Σαμαράκη....δημιουργούμε !
Αντώνης Σαμαράκης -
Ζητείται Ελπίς (απόσπασμα)
Από τότε που τέλειωσε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, η σκιά του τρίτου δεν είχε πάψει να βαραίνει πάνω στον κόσμο μας. Και στο μεταξύ, το αίμα χυνότανε, στην Κορέα χτες, στην Ινδοκίνα σήμερα, αύριο...
Πέρασε το χέρι του στα μαλλιά του. Σκούπισε τον ιδρώτα στο μέτωπό του· είχε ιδρώσει, κι όμως δεν έκανε ζέστη.
Ο πόλεμος, η βόμβα υδρογόνου, ... Το πανόραμα της ζωής!
Δεν είχε αλλάξει διόλου προς το καλύτερο η ζωή μας ύστερ’ από τον πόλεμο. Όλα είναι τα ίδια σαν και πριν. Κι όμως είχε ελπίσει κι αυτός, όπως είχαν ελπίσει εκατομμύρια άνθρωποι σ’ όλη τη γη, πως ύστερ’ από τον πόλεμο, ύστερ’ από τόσο αίμα που χύθηκε, κάτι θ’ άλλαζε. Πως θα’ ρχόταν η ειρήνη, πως ο εφιάλτης του πολέμου δε θα ίσκιωνε πια τη γη μας, πως δε θα γίνονταν τώρα αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, πως . . .
Σουρούπωνε. Μερικά φώτα είχαν ανάψει κιόλας στα μαγαζιά αντίκρυ. Στο καφενείο δεν είχανε ανάψει ακόμα τα φώτα. Του άρεσε έτσι το ημίφως.
Σκέφτηκε τη σύγχυση που επικρατεί στον κόσμο μας σήμερα. Σύγχυση στον τομέα των ιδεών, σύγχυση στον κοινωνικό τομέα, σύγχυση…
Δεν έφταιγε η εφημερίδα που έκανε τώρα αυτές τις σκέψεις. Τα σκεφτότανε όλα αυτά τον τελευταίο καιρό, πότε με λιγότερη, πότε με περισσότερη ένταση. Σκεφτότανε το σκοτεινό πρόσωπο της ζωής. Την ειρήνη, τη βαθιά τούτη λαχτάρα, που κρέμεται από μια κλωστή. Σκεφτότανε τη φτώχεια, την αθλιότητα. Σκεφτότανε το φόβο που έχει μπει στις καρδιές.
Στον καθρέφτη, δίπλα του, είδε το πρόσωπο του. Ένα πολύ συνηθισμένο πρόσωπο. Τίποτα δε μαρτυρούσε την ταραχή που είχε μέσα του.
Είχε πολεμήσει κι αυτός στον τελευταίο πόλεμο. Και είχε ελπίσει. Μα τώρα ήτανε πια χωρίς ελπίδα. Ναι, δε φοβότανε να το ομολογήσει στον εαυτό του πως ήτανε χωρίς ελπίδα.
Μια σειρά από διαψεύσεις ελπίδων ήταν η ζωή του. Είχε ελπίσει τότε . . . Είχε ελπίσει ύστερα . . .
Ζήτησε ένα ποτήρι νερό ακόμα. Αύτη η διάψευση από τις λογής λογής ιδεολογίες ήτανε βέβαια γενικό φαινόμενο. Και παραπάνω από τη διάψευση, η κούραση, η αδιαφορία, που οι πιο πολλοί, η μεγάλη πλειοψηφία νιώθει μπροστά στις διάφορες ιδεολογίες.
Κοίταζε τα τρόλεϋ που περνάγανε ολοένα στη λεωφόρο, το πλήθος . . . Μπροστά του, η εφημερίδα ανοιχτή. Όλα αυτά που είχε δει και πρωτύτερα: η σκιά του καινούριου πολέμου, η Ινδοκίνα, οι δυο αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, η «Κοσμική Κίνησις» . . .
Στις έξι σελίδες της εφημερίδας: η ζωή. Κι αυτός, ήτανε τώρα ένας άνθρωπος που δεν έχει ελπίδα.
Θυμήθηκε, πριν από χρόνια, ήτανε παιδί ακόμα, είχε αρρωστήσει βαριά μια θεία του, ξαδέρφη της μητέρας του. Την είχανε σπίτι τους. Ήρθε ο γιατρός βγαίνοντας από το δωμάτιο της άρρωστης, είπε με επίσημο ύφος:
— Δεν υπάρχει πλέον ελπίς!
Έτσι κι αυτός, τώρα, είχε φτάσει στο σημείο να λέει:
— Δεν υπάρχει πλέον ελπίς!
Του φάνηκε φοβερό που ήτανε χωρίς ελπίδα. Είχε την αίσθηση πως οι άλλοι στο καφενείο τον κοιτάζανε κι άλλοι από το δρόμο σκέφτονταν και ψιθυρίζανε μεταξύ τους: «Αυτός εκεί δεν έχει ελπίδα !» Σα να ήταν έγκλημα αυτό. Σα να είχε ένα σημάδι πάνω του που το μαρτυρούσε. Σα να ήτανε γυμνός ανάμεσα σε ντυμένους.
Σκέφτηκε τα διηγήματα που είχε γράψει, δίνοντας έτσι μια διέξοδο στην αγωνία του. Άγγιζε θέματα του καιρού μας: τον πόλεμο, την κοινωνική δυστυχία . . . Αυτός ήταν ένας άνθρωπος, τίποτε άλλο. Ούτε αριστερός ούτε δεξιός. Ένας άνθρωπος που είχε ελπίσει άλλοτε, και τώρα δεν έχει ελπίδα, και που νιώθει χρέος του να το πει αυτό. Βέβαια, άλλοι θα’ χουν ελπίδα, σκέφτηκε. Δεν μπορεί παρά να’ χουν.
Ξανάριξε μια ματιά στην εφημερίδα: η Ινδοκίνα, η «Κοσμική Κίνησις», το ρεσιτάλ πιάνου, οι δυο αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, οι «Μικρές Αγγελίες» . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ γραφομηχανή . . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ραδιογραμμόφωνον . . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ τζιπ εν καλή καταστάσει . . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ τάπης γνήσιος περσικός . . .
Έβγαλε την ατζέντα του, έκοψε ένα φύλλο κι έγραψε με το μολύβι του:
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ἐλπίς
Ύστερα πρόσθεσε το όνομά του και τη διεύθυνσή του. Φώναξε το γκαρσόνι. Ήθελε να πληρώσει, να πάει κατευθείαν στην εφημερίδα, να δώσει την αγγελία του, να παρακαλέσει, να επιμείνει να μπει οπωσδήποτε στο αυριανό φύλλο.
Ζητείται Ελπίς (απόσπασμα)
Από τότε που τέλειωσε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, η σκιά του τρίτου δεν είχε πάψει να βαραίνει πάνω στον κόσμο μας. Και στο μεταξύ, το αίμα χυνότανε, στην Κορέα χτες, στην Ινδοκίνα σήμερα, αύριο...
Πέρασε το χέρι του στα μαλλιά του. Σκούπισε τον ιδρώτα στο μέτωπό του· είχε ιδρώσει, κι όμως δεν έκανε ζέστη.
Ο πόλεμος, η βόμβα υδρογόνου, ... Το πανόραμα της ζωής!
Δεν είχε αλλάξει διόλου προς το καλύτερο η ζωή μας ύστερ’ από τον πόλεμο. Όλα είναι τα ίδια σαν και πριν. Κι όμως είχε ελπίσει κι αυτός, όπως είχαν ελπίσει εκατομμύρια άνθρωποι σ’ όλη τη γη, πως ύστερ’ από τον πόλεμο, ύστερ’ από τόσο αίμα που χύθηκε, κάτι θ’ άλλαζε. Πως θα’ ρχόταν η ειρήνη, πως ο εφιάλτης του πολέμου δε θα ίσκιωνε πια τη γη μας, πως δε θα γίνονταν τώρα αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, πως . . .
Σουρούπωνε. Μερικά φώτα είχαν ανάψει κιόλας στα μαγαζιά αντίκρυ. Στο καφενείο δεν είχανε ανάψει ακόμα τα φώτα. Του άρεσε έτσι το ημίφως.
Σκέφτηκε τη σύγχυση που επικρατεί στον κόσμο μας σήμερα. Σύγχυση στον τομέα των ιδεών, σύγχυση στον κοινωνικό τομέα, σύγχυση…
Δεν έφταιγε η εφημερίδα που έκανε τώρα αυτές τις σκέψεις. Τα σκεφτότανε όλα αυτά τον τελευταίο καιρό, πότε με λιγότερη, πότε με περισσότερη ένταση. Σκεφτότανε το σκοτεινό πρόσωπο της ζωής. Την ειρήνη, τη βαθιά τούτη λαχτάρα, που κρέμεται από μια κλωστή. Σκεφτότανε τη φτώχεια, την αθλιότητα. Σκεφτότανε το φόβο που έχει μπει στις καρδιές.
Στον καθρέφτη, δίπλα του, είδε το πρόσωπο του. Ένα πολύ συνηθισμένο πρόσωπο. Τίποτα δε μαρτυρούσε την ταραχή που είχε μέσα του.
Είχε πολεμήσει κι αυτός στον τελευταίο πόλεμο. Και είχε ελπίσει. Μα τώρα ήτανε πια χωρίς ελπίδα. Ναι, δε φοβότανε να το ομολογήσει στον εαυτό του πως ήτανε χωρίς ελπίδα.
Μια σειρά από διαψεύσεις ελπίδων ήταν η ζωή του. Είχε ελπίσει τότε . . . Είχε ελπίσει ύστερα . . .
Ζήτησε ένα ποτήρι νερό ακόμα. Αύτη η διάψευση από τις λογής λογής ιδεολογίες ήτανε βέβαια γενικό φαινόμενο. Και παραπάνω από τη διάψευση, η κούραση, η αδιαφορία, που οι πιο πολλοί, η μεγάλη πλειοψηφία νιώθει μπροστά στις διάφορες ιδεολογίες.
Κοίταζε τα τρόλεϋ που περνάγανε ολοένα στη λεωφόρο, το πλήθος . . . Μπροστά του, η εφημερίδα ανοιχτή. Όλα αυτά που είχε δει και πρωτύτερα: η σκιά του καινούριου πολέμου, η Ινδοκίνα, οι δυο αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, η «Κοσμική Κίνησις» . . .
Στις έξι σελίδες της εφημερίδας: η ζωή. Κι αυτός, ήτανε τώρα ένας άνθρωπος που δεν έχει ελπίδα.
Θυμήθηκε, πριν από χρόνια, ήτανε παιδί ακόμα, είχε αρρωστήσει βαριά μια θεία του, ξαδέρφη της μητέρας του. Την είχανε σπίτι τους. Ήρθε ο γιατρός βγαίνοντας από το δωμάτιο της άρρωστης, είπε με επίσημο ύφος:
— Δεν υπάρχει πλέον ελπίς!
Έτσι κι αυτός, τώρα, είχε φτάσει στο σημείο να λέει:
— Δεν υπάρχει πλέον ελπίς!
Του φάνηκε φοβερό που ήτανε χωρίς ελπίδα. Είχε την αίσθηση πως οι άλλοι στο καφενείο τον κοιτάζανε κι άλλοι από το δρόμο σκέφτονταν και ψιθυρίζανε μεταξύ τους: «Αυτός εκεί δεν έχει ελπίδα !» Σα να ήταν έγκλημα αυτό. Σα να είχε ένα σημάδι πάνω του που το μαρτυρούσε. Σα να ήτανε γυμνός ανάμεσα σε ντυμένους.
Σκέφτηκε τα διηγήματα που είχε γράψει, δίνοντας έτσι μια διέξοδο στην αγωνία του. Άγγιζε θέματα του καιρού μας: τον πόλεμο, την κοινωνική δυστυχία . . . Αυτός ήταν ένας άνθρωπος, τίποτε άλλο. Ούτε αριστερός ούτε δεξιός. Ένας άνθρωπος που είχε ελπίσει άλλοτε, και τώρα δεν έχει ελπίδα, και που νιώθει χρέος του να το πει αυτό. Βέβαια, άλλοι θα’ χουν ελπίδα, σκέφτηκε. Δεν μπορεί παρά να’ χουν.
Ξανάριξε μια ματιά στην εφημερίδα: η Ινδοκίνα, η «Κοσμική Κίνησις», το ρεσιτάλ πιάνου, οι δυο αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, οι «Μικρές Αγγελίες» . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ γραφομηχανή . . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ραδιογραμμόφωνον . . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ τζιπ εν καλή καταστάσει . . .
ΖΗΤΕΙΤΑΙ τάπης γνήσιος περσικός . . .
Έβγαλε την ατζέντα του, έκοψε ένα φύλλο κι έγραψε με το μολύβι του:
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ἐλπίς
Ύστερα πρόσθεσε το όνομά του και τη διεύθυνσή του. Φώναξε το γκαρσόνι. Ήθελε να πληρώσει, να πάει κατευθείαν στην εφημερίδα, να δώσει την αγγελία του, να παρακαλέσει, να επιμείνει να μπει οπωσδήποτε στο αυριανό φύλλο.
ΓΡΑΦΩ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
(Από πέντε ομάδες)
Ξαφνικά , άρχισε να χτυπάει το κουδούνι του. Σηκώθηκε και άνοιξε την πόρτα…ήταν ένας γιατρός….του είπε πως αυτός συναντάει κάθε μέρα την ελπίδα στο νοσοκομείο που εργάζεται…. Οι ασθενείς όσο άρρωστοι να είναι έχουν την ελπίδα….
Μετά από τον γιατρό ,πέρασε από το σπίτι του μια δασκάλα. Του είπε ότι κι αυτή συναντά κάθε μέρα την ελπίδα , όταν πάει στο σχολείο. ..Τα παιδιά όλου του κόσμου είναι η ελπίδα.
Μετά από λίγο χτύπησε το κουδούνι ένα μικρό κορίτσι…"Με ζητήσατε; Είμαι η Ελπίδα….."
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Μετά τα παιδιά έδωσαν τα γράμματά τους στα περιστέρια της αισιοδοξίας κι αυτά με τη σειρά τους,τα ένωσαν κι έφτιαξαν ένα μεγάλο γράμμα. Στο τέλος το τύλιξαν σε ένα όμορφο γαλάζιο πακέτο και το ανέβασαν στην πλάτη τους. Όταν έφτασαν στο σπίτι του, το αρωμάτισαν με λίγο άρωμα χαράς, χτύπησαν το κουδούνι του και το άφησαν στην πόρτα….κατόπιν πέταξαν προς τα άσπρα σύννεφα…..
Ο συγγραφέας άνοιξε την πόρτα, πήρε το πακέτο και το άφησε πάνω στην καφέ του τραπεζαρία. Με βιασύνη, άνοιξε το πακέτο και διάβασε το γράμμα των παιδιών:
"Αγαπημένε μας λογοτέχνη Αντώνη Σαμαράκη,εμείς θα πούμε στους γονείς μας να μας βοηθήσουν για να γίνει ο κόσμος πιο ειρηνικός αλλά κι εσύ θα γράψεις βιβλία με θέμα την ειρήνη , για να τα διαβάσει όλος ο κόσμος ,ώστε η αισιοδοξία και η ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο να μεταδοθεί πιο γρήγορα στη γη. Όλοι μαζί ελπίζουμε να τα καταφέρουμε."
Έτσι ο Αντώνης Σαμαράκης άρχισε να γράφει βιβλία σχετικά με την ειρήνη. Τα παιδιά το είπαν στους γονείς τους και σιγά σιγά άρχισαν όλοι να μαθαίνουν γι αυτό.
Σε ένα χρόνο στη γη, υπήρχε αγάπη, ζεστασιά στην καρδιά των ανθρώπων ,καλοσύνη και χαρά. Κι αυτό το οφείλουμε στον Αντώνη Σαμαράκη και σ όλα του κόσμου τα παιδια!!!
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Στο καφενείο ήρθαν κι άλλοι άνθρωποι και κάθισαν μαζί του. Συζητούσαν για τον κόσμο, ότι δεν ήθελαν ούτε αυτοί τους πολέμους και τις δυστυχίες και θα προσπαθούσαν δείχνοντας πολλά αγάπη να τους αποφύγουν. Μιλούσαν με ειλικρίνεια και πάθος. Αν είσαι ειλικρινής είσαι και ευτυχισμένος.
Του άρεσε πολύ αυτή η παρέα, δεν ένιωθε θλίψη. Η κακή διάθεση που είχε λίγο πριν έδωσε τη θέση στην καλή διάθεση. Του άρεσε ο κόσμος όπως τον έβλεπε τώρα….
ΝΑ ΞΕΡΕΤΕ ότι η ζωή βρίσκει πάντα έναν μαγικό τρόπο να φανερώνει το ψέμα και να αφήνει την αλήθεια να βγει μπροστά. ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ ….ΤΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ!!!
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ο Αντώνης Σαμαράκης στενοχωρήθηκε πολύ ,γύρισε σπίτι και κάθισε στο γραφείο του….Σκεφτόταν για ώρες!"Τελικά τα πράγματα δεν γίνονται πάντα όπως τα θέλουμε"είπε. Σκεφτόταν πως οι άνθρωποι τα θέλουν όλα δικά τους και κοιτάνε μόνο τον εαυτό τους….
Ξαφνικά χτύπησε η πόρτα. Ήταν τόσο λυπημένος που ξέχασε την αγγελία που είχε γράψει. Άνοιξε την πόρτα και είδε ένα μικρό χαριτωμένο παιδάκι. Το παιδί, τον πήρε από το χέρι και τον οδήγησε σε έναν κήπο γεμάτο λουλούδια. Εκεί παίξανε μαζί για πολλή ώρα…Το παιδί μοιράστηκε μαζί του την ελπίδα κι έτσι ήταν όλοι χαρούμενοι.
Από τότε ο Αντώνης Σαμαράκης έγραφε βιβλία εμπνευσμένα από την αγάπη του για τα παιδιά!!!!
(Από πέντε ομάδες)
- Σε μια ομάδα νεαρών μαθητών του Γυμνασίου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση σε μια ιστοσελίδα στο διαδίκτυο ,δύο αγγελιών με θέματα" ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΠΙΣΤΗ" και "ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΛΠΙΣ"Διαβάζοντας τες συμφώνησαν όλοι σ αυτή τη νεανική συντροφιά, πόσο σημαντικό είναι όλοι οι άνθρωποι μικροί και μεγάλοι να έχουνε πίστη στον εαυτό τους σε όλες τις συνθήκες της ζωής τους. Δεν πρέπει να στερείται κανείς το δικαίωμα να πιστεύει ότι κάτι καλύτερο πρόκειται να συμβεί στη ζωή του. Ιδιαίτερα να έχουν πίστη στην καλή προαίρεση των συνανθρώπων τους!
- Επιπλέον όλοι τους κατέληξαν στο γεγονός ότι έχοντας πίστη στο θεσμό της φιλίας, της αλληλεγγύης ,της αδερφοσύνης η ειρήνη που ζητείται θα είναι αναπόφευκτο γεγονός. Ο πόλεμος , η δυστυχία και ο θάνατος δεν πρέπει να πρωταγωνιστούν στη ζωή των ανθρώπων.
- Γι αυτό όλοι οι άνθρωποι πρέπει να παραμερίζουν τις έχθρες και να προσδοκούν ένα μέλλον γεμάτο ομόνοια και αισιοδοξία. Μ αυτόν τον τρόπο το ανθρώπινο γένος θα μεγαλουργεί και θα πετυχαίνει κάθε στόχο του….
- ….η αγγελία του δημοσιεύτηκε….την άλλη μέρα όλα τα περίπτερα πουλούσαν την εφημερίδα. Μόλις ξύπνησε ,αγόρασε και ο ίδιος ένα φύλλο.
Ξαφνικά , άρχισε να χτυπάει το κουδούνι του. Σηκώθηκε και άνοιξε την πόρτα…ήταν ένας γιατρός….του είπε πως αυτός συναντάει κάθε μέρα την ελπίδα στο νοσοκομείο που εργάζεται…. Οι ασθενείς όσο άρρωστοι να είναι έχουν την ελπίδα….
Μετά από τον γιατρό ,πέρασε από το σπίτι του μια δασκάλα. Του είπε ότι κι αυτή συναντά κάθε μέρα την ελπίδα , όταν πάει στο σχολείο. ..Τα παιδιά όλου του κόσμου είναι η ελπίδα.
Μετά από λίγο χτύπησε το κουδούνι ένα μικρό κορίτσι…"Με ζητήσατε; Είμαι η Ελπίδα….."
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------
- Τελικά η αγγελία του Αντώνη Σαμαράκη "Ζητείται ελπίς"δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα. Την είδαν όλα τα παιδιά του κόσμου και αποφάσισαν να του στείλουν ένα γράμμα όλα μαζί.
Μετά τα παιδιά έδωσαν τα γράμματά τους στα περιστέρια της αισιοδοξίας κι αυτά με τη σειρά τους,τα ένωσαν κι έφτιαξαν ένα μεγάλο γράμμα. Στο τέλος το τύλιξαν σε ένα όμορφο γαλάζιο πακέτο και το ανέβασαν στην πλάτη τους. Όταν έφτασαν στο σπίτι του, το αρωμάτισαν με λίγο άρωμα χαράς, χτύπησαν το κουδούνι του και το άφησαν στην πόρτα….κατόπιν πέταξαν προς τα άσπρα σύννεφα…..
Ο συγγραφέας άνοιξε την πόρτα, πήρε το πακέτο και το άφησε πάνω στην καφέ του τραπεζαρία. Με βιασύνη, άνοιξε το πακέτο και διάβασε το γράμμα των παιδιών:
"Αγαπημένε μας λογοτέχνη Αντώνη Σαμαράκη,εμείς θα πούμε στους γονείς μας να μας βοηθήσουν για να γίνει ο κόσμος πιο ειρηνικός αλλά κι εσύ θα γράψεις βιβλία με θέμα την ειρήνη , για να τα διαβάσει όλος ο κόσμος ,ώστε η αισιοδοξία και η ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο να μεταδοθεί πιο γρήγορα στη γη. Όλοι μαζί ελπίζουμε να τα καταφέρουμε."
Έτσι ο Αντώνης Σαμαράκης άρχισε να γράφει βιβλία σχετικά με την ειρήνη. Τα παιδιά το είπαν στους γονείς τους και σιγά σιγά άρχισαν όλοι να μαθαίνουν γι αυτό.
Σε ένα χρόνο στη γη, υπήρχε αγάπη, ζεστασιά στην καρδιά των ανθρώπων ,καλοσύνη και χαρά. Κι αυτό το οφείλουμε στον Αντώνη Σαμαράκη και σ όλα του κόσμου τα παιδια!!!
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
- Αφού έγραψε την αγγελία πήγε στην εφημερίδα ,να τη δώσει για δημοσίευση….
Στο καφενείο ήρθαν κι άλλοι άνθρωποι και κάθισαν μαζί του. Συζητούσαν για τον κόσμο, ότι δεν ήθελαν ούτε αυτοί τους πολέμους και τις δυστυχίες και θα προσπαθούσαν δείχνοντας πολλά αγάπη να τους αποφύγουν. Μιλούσαν με ειλικρίνεια και πάθος. Αν είσαι ειλικρινής είσαι και ευτυχισμένος.
Του άρεσε πολύ αυτή η παρέα, δεν ένιωθε θλίψη. Η κακή διάθεση που είχε λίγο πριν έδωσε τη θέση στην καλή διάθεση. Του άρεσε ο κόσμος όπως τον έβλεπε τώρα….
ΝΑ ΞΕΡΕΤΕ ότι η ζωή βρίσκει πάντα έναν μαγικό τρόπο να φανερώνει το ψέμα και να αφήνει την αλήθεια να βγει μπροστά. ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ ….ΤΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΑΓΑΘΑ!!!
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------
- Ο Αντώνης Σαμαράκης φεύγοντας βιαστικά από το καφενείο, έτρεξε κι έφτασε στο τυπογραφείο. Εκεί τους έδωσε το χαρτάκι με την αγγελία. Του είπαν πως θα τη βάλουν στο αυριανό φύλλο. Εκείνος έφυγε με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Ξεκίνησε να πάει στο σπίτι του. Είχε μεγάλη αγωνία για να μάθει αν τελικά κάποιος του δώσει ελπίδα…δεν κοιμήθηκε όλο το βράδυ!
Ο Αντώνης Σαμαράκης στενοχωρήθηκε πολύ ,γύρισε σπίτι και κάθισε στο γραφείο του….Σκεφτόταν για ώρες!"Τελικά τα πράγματα δεν γίνονται πάντα όπως τα θέλουμε"είπε. Σκεφτόταν πως οι άνθρωποι τα θέλουν όλα δικά τους και κοιτάνε μόνο τον εαυτό τους….
Ξαφνικά χτύπησε η πόρτα. Ήταν τόσο λυπημένος που ξέχασε την αγγελία που είχε γράψει. Άνοιξε την πόρτα και είδε ένα μικρό χαριτωμένο παιδάκι. Το παιδί, τον πήρε από το χέρι και τον οδήγησε σε έναν κήπο γεμάτο λουλούδια. Εκεί παίξανε μαζί για πολλή ώρα…Το παιδί μοιράστηκε μαζί του την ελπίδα κι έτσι ήταν όλοι χαρούμενοι.
Από τότε ο Αντώνης Σαμαράκης έγραφε βιβλία εμπνευσμένα από την αγάπη του για τα παιδιά!!!!